Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Η κυρία με τις γάτες

Ξυπνάει το πρωί, τραβάει την μπαλκονόπορτα να μπει φως. Απο κάτω η κυρία με τις γάτες ψαχουλεύει την σακούλα της να τους βάλει φαγητό. Δίπλα ο σύζυγος με το αυτοκίνητο που την φέρνει κάθε πρωί την περιμένει να τελειώσει. Βάζει γρήγορα τα ρούχα του, πίνει μια γουλιά καφέ, φεύγει τρέχοντας απ το σπίτι. Έχει αργήσει ,πρέπει να πάει στη δουλειά να βγάλει χρήματα, να πληρώσει τους λογαριασμούς, να αγοράσει τα απαραίτητα. Θα γυρίσει το βράδυ πια περιμένοντας να έρθει η επόμενη μέρα.

Ξυπνάει το πρωί, τραβάει την μπαλκονόπορτα να μπει φως. Απο κάτω η κυρία με τις γάτες ψαχουλεύει την σακούλα της να τους βάλει φαγητό. Δίπλα ο σύζυγος με το αυτοκίνητο που την φέρνει κάθε πρωί την περιμένει να τελειώσει. Βάζει γρήγορα τα ρούχα του, πίνει μια γουλιά καφέ, φεύγει τρέχοντας απ το σπίτι. Η ζωή κινείται με ρυθμούς που δεν μπορεί και δεν θέλει να παρακολουθήσει. Ζει μαζί με εκατομμύρια άλλους σε μία τεράστια μυρμηγκοφωλιά με μόνο στόχο όχι να δημιουργεί αλλά απλά να διαιωνίζει χωρίς νόημα την ύπαρξη του μέρα με την ημέρα.

Ξυπνάει το πρωί, τραβάει την μπαλκονόπορτα να μπει φως. Απο κάτω η κυρία με τις γάτες ψαχουλεύει την σακούλα της να τους βάλει φαγητό. Δίπλα ο σύζυγος με το αυτοκίνητο που την φέρνει κάθε πρωί την περιμένει να τελειώσει. Βάζει γρήγορα τα ρούχα του, πίνει μια γουλιά καφέ, φεύγει τρέχοντας απ το σπίτι. Σήμερα είναι μια εξαιρετικά απογοητευτική μέρα. Είναι η μέρα που πληρώνεται τους κόπους του μήνα. Χρωστάει ήδη παραπάνω απ αυτά που θα πληρωθεί, άρα τα χρήματα θα γλιστρήσουν από τα χέρια του αμέσως σε τεχνητές υποχρεώσεις και όχι στις επιθυμίες που θα τον βοηθήσουν πραγματικά να είναι ευτυχισμένος. Κάπως έτσι γλιστράει και η ζωή από τα χέρια μας μέρα με την ημέρα, λες και θα ζήσουμε για πάντα και μπορούμε να χαραμίσουμε λίγη.

Ξυπνάει το πρωί, τραβάει την μπαλκονόπορτα να μπει φως. Απο κάτω δεν είναι η κυρία με τις γάτες, είναι μόνο οι γάτες που την περιμένουν. Μάλλον θα άργησε να έρθει σήμερα. Βάζει γρήγορα τα ρούχα του, πίνει μια γουλιά καφέ, φεύγει τρέχοντας απ το σπίτι. Ένα κάρο δουλειές έχει σήμερα το πρόγραμμα, σχεδόν δεν βλέπει μπροστά του. Θα πάει στην εφορία, μετά στη ΔΕΗ, μετά στην τράπεζα. Θα φτάσει στη δουλειά ήδη πολύ κουρασμένος, αλλά πρέπει να σφίξει τα δόντια να εργαστεί, να είναι ευγενικός και παραγωγικός για να περάσει κι αυτή η μέρα.

Ξυπνάει το πρωί, τραβάει την μπαλκονόπορτα να μπει φως. Από κάτω δεν είναι η κυρία με τις γάτες, είναι μόνο οι γάτες που την περιμένουν.Μάλλον θα άργησε να έρθει σήμερα. Βάζει γρήγορα τα ρούχα του, πίνει μια γουλιά καφέ, φεύγει τρέχοντας απ το σπίτι. Σήμερα έχει λιακάδα, δεν θέλει να δουλέψει. Θέλει να πάρει την αγαπημένη του να πάνε μια βόλτα στην θάλασσα να ανασάνουν την αλμύρα, να τους δροσίσει το υγρό αεράκι το παραθαλάσσιο και να τους γαργαλήσει γλυκά η θερμότητα του Οκτωβριανού Ήλιου. Δεν γίνεται όμως, το σημερινό μεροκάματο είναι ήδη ταγμένο. Ίσως κάποια άλλη φορά να μπορέσει να την πάρει να πάνε.

Ξυπνάει το πρωί, τραβάει την μπαλκονόπορτα να μπει φως. Απο κάτω δέν είναι η κυρία με τις γάτες. Μάλλον θα άργησε να έρθει σήμερα. Βάζει γρήγορα τα ρούχα του, πίνει μια γουλιά καφέ, φεύγει τρέχοντας απ το σπίτι. Κοντοστέκεται στο σημείο που οι γάτες περιμένουν κανονικά την κυρία τους. Δεν την περιμένουν πια. Πάει ήδη ένας μήνας που η κυρία δεν έχει έρθει. Κανείς δεν το κατάλαβε. Μόνο οι γάτες οι οποίες εγκατέλειψαν την ελπίδα να έρθει ξανά η κυρία τους. Η ζωή ξεγλιστράει από μέσα μας μέρα με την ημέρα μέχρι που σε μία στιγμή εξαφανίζεται. Η κυρία με τις γάτες δεν θα ξανάρθει..

Φεύγει τρέχοντας, έχει αργήσει πρέπει να πάει στη δουλειά να βγάλει χρήματα να πληρώσει τους λογαριασμούς να αγοράσει τα απαραίτητα. Θα γυρίσει το βράδυ πια περιμένοντας να έρθει η επόμενη μέρα..




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου